επιλέγομαι

επιλέγομαι
επιλέγομαι, επιλέχθηκα και επιλέχτηκα, επιλεγμένος βλ. πίν. 140
——————
Σημειώσεις:
επιλέγομαι : με την έννοια επονομάζομαι χρησιμοποιείται μόνο η μτχ. επιλεγόμενος ( επονομαζόμενος).

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ἐπιλέγομαι — ἐπιλέγω say in connexion with pres ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επιλέγω — (AM ἐπιλέγω) 1. διαλέγω, εκλέγω, ξεχωρίζω (α. «επέλεξα τους καλύτερους» β. «Παῡλος ἐπιλεξάμενος Σίλαν ἐξῆλθε», ΚΔ) 2. παθ. επονομάζομαι, επικαλούμαι («Ἰησοῡς ὁ ἐπιλεγόμενος Χριστός») νεοελλ. λέω τον επίλογο αρχ. μσν. 1. λέω επί πλέον ή μετά από… …   Dictionary of Greek

  • προτιμώ — προτιμῶ, άω, ΝΜΑ, και ιων. τ. προτιμέω Α [τιμῶ] τιμώ κάποιον ή κάτι περισσότερο ή τού αποδίδω μεγαλύτερη σημασία, προκρίνω (α. «προτίμησε τον θάνατο από την ατιμία» β. «οὐκ ἐμαίνοντο τὴν σωτηρίαν τοῡ κέρδους προτιμῶντες», Αντιφ.) νεοελλ. 1. μού… …   Dictionary of Greek

  • επιλέγω — επίλεξα και επέλεξα, επιλέχτηκα, επιλεγμένος, μτβ. 1. λέγω κάτι ως επίλογο, προσθέτω τελικά: Και επιλέγοντας κλείνω το λόγο μου με τα εξής. 2. Κάνω επιλογή, εκλέγω, διαλέγω (το καλύτερο βέβαια): Επέλεξετους ποδοσφαιριστές της εθνικής ομάδας. 3.… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”